Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2006

Μνήμη Γιάγκου Πεσμαζόγλου

Τον Νοέμβριο που πέρασε, συμπληρώθηκαν τρία χρόνια αφότου έφυγε ο Γιάγκος Πεσμαζόγλου από τον κόσμο μας· παρών όμως είναι πάντα στη μνήμη όσων είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν και να εργαστούν υπό την καθοδήγηση του.

Ανάστημα πρώτο, ηθικό και πνευματικό· και παράστημα. Υποδιοικητής στην Τράπεζα της Ελλάδος πριν από τη δικτατορία, δεξί χέρι του διοικητή Ξ. Ζολώτα, με ακατάβλητη εργατικότητα, λαμπρή οικονομολογική -και όχι μόνο- παιδεία και στίλβουσα γλωσσομάθεια, διέπλασε μεταξύ άλλων και τη Διεύθυνση Μελετών της Τραπέζης σε μοναδικής για την εποχή εμβέλειας διαγνωστικό όργανο της λειτουργίας της οικονομίας.

Αδιαπραγμάτευτος στην τήρηση των προθεσμιών, (άλλοι καιροί!), ικανός να μεταδίδει στα στελέχη των μελετών την ανταμείβουσα αίσθηση της υπεύθυνης συμμετοχής στο επιτελούμενο σημαντικό έργο, επετύγχανε το μέγιστο της απόδοσης εκάστου. Την πολιτικά ασταθή εκείνη εποχή ήταν όντως παρήγορη η σταθερή πρόοδος της οικονομίας της χώρας και η θαρραλέα απόφαση της πορείας προς την Ευρώπη βρήκε στο πρόσωπο του Γιάγκου Πεσμαζόγλου τον φύσει προορισμένο ηγήτορα για τις μακρές και επίπονες διαπραγματεύσεις.

Οπως ήταν αναμενόμενο, ο Γ. Πεσμαζόγλου ύψωσε το ανάστημα του ενάντια στη δικτατορία και πλήρωσε το τίμημα με εκτοπίσεις και εγκλεισμό στα διαβόητα κρατητήρια. Μετά τη δεινή αυτή παρέθεση συνέχισε την προσφορά πολύτιμων υπηρεσιών από ανώτατες δημόσιες και ακαδημαϊκές θέσεις. Ευτύχησε να δει ολοκληρούμενο το ευρωπαϊκό του όραμα της σύνδεσης, στην πραγματοποίηση του οποίου τόσο αποφασιστικά είχε συμβάλει.

Βασιζόμενη σε προσωπική εμπειρία συγκεκριμένης περιόδου, η ελλιπέστατη αυτή αναφορά αμυδρότατα μόνο σκιαγραφεί την προσωπικότητα και το έργο του εξέχοντος ανθρώπου, ο οποίος υπήρξε πρότυπο Έλληνος Ευρωπαίου.

Σάββατο 8 Ιουλίου 2006

Τύχη και ατυχία «διατηρητέων» Κηφισιάς

Γωνία Σ. Δέλτα και Εμμανουήλ Μπενάκη στην Κηφισιά, φορτωμένη με ιστορικές μνήμες, βρίσκεται η έπαυλη της μεγάλης Ελληνίδας, της Πηνελόπης Δέλτα. Η κόρη της Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου και η εγγονή της Άννα, συνεχίζοντας την οικογενειακή παράδοση των εθνικών ευεργετών, δώρισαν την ιστορική έπαυλη στο Μουσείο Μπενάκη. Υπό τη διεύθυνση του ακαταπόνητου καθηγητή Αγγέλου Δεληβοριά, ο οποίος ξέρει να αξιοποιεί στο έπακρο όλες τις υπάρχουσες δυνατότητες πέρα από τη μεγάλη επέκταση του κεντρικού κτιρίου, στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών (ο πληθυντικός επανέρχεται αυτοδικαίως στο σημερινό πολυπλόκαμο τέρας), έχουν ξεφυτρώσει ίσως και μισή δωδεκάδα παραρτήματα του μουσείου. Η έπαυλη της Πηνελόπης Δέλτα, ριζικά ανακαινισμένη, αποτελεί τώρα μια από αυτές τις κυψέλες δημιουργικής εργασίας και εστίες πολιτισμού. Το έργο του Α. Δεληβοριά θέτει, φευ, το μέτρο σύγκρισης με τα όποια επιτεύγματα των αντίστοιχων -και πολυπρόσωπων- δημοσίων υπηρεσιών.

Πολύ κοντά (Τατοΐου 50), αλλά στους αντίποδες της καλής τύχης του παραπάνω, βρίσκεται σε χέρσο ξερότοπο, χρόνια εγκαταλειμμένο στη φθορά του αδυσώπητου χρόνου, το έτερο «διατηρητέο», το σπίτι του Παύλου Μελά. Άρχισε να ρημάζει αφότου έπαψε να κατοικείται από την εγγονή του Μακεδονομάχου, την άξια γλύπτρια Ναταλία Μελά, η οποία το διατηρούσε κόσμημα μέσα σε καταπράσινο κήπο, διάσπαρτο με έργα της. Εκκλήσεις προς τον δήμο και επανειλημμένα δημοσιεύματα στον ημερήσιο Τύπο δεν μπόρεσαν να παρακάμψουν πείσμονες απροσδιόριστες αντιστάσεις. Ο γραφικός αυτός οικίσκος (αξιόλογο και μοναδικό αρχιτεκτονικό δείγμα της εποχής), σύμβολο ηρωικής θυσίας και αφετηρία της εναρκτήριας εξόρμησης που διπλασίασε την Ελλάδα, οδεύει προς την προδιαγεγραμμένη εξαφάνιση. Φαίνεται πως στη δίνη του πακτωλού που κατέκλυσε την ασύστολα «αξιοποιούμενη» κηφισιώτικη γη, κληρονομιά ειδυλλιακή άλλοτε της γενιάς του Παύλου Μελά, καταποντίστηκε και χάθηκε η περήφανη πνευματική κληρονομιά του.

Τρίτη 23 Μαΐου 2006

«Αυτοκασίγνηται» χώρες, κάποτε

Στο δυσοίωνα συμβολικό όνειρο της Άτοσσας, μητέρας του Ξέρξη (Αισχύλου «Πέρσαι»), ο μεγάλος τραγικός με ενορατική αντίληψη της κοινής τους ινδοευρωπαϊκής ρίζας παρουσιάζει Ελλάδα και Περσία ως «αυτάδελφες» χώρες. Αυτό, πέρα από τον αυτάρεσκα υπεροπτικό υποβιβασμό των τότε μεγάλων αντιπάλων μας ως βαρβάρων. Και ήταν όντως μεγάλος λαός οι Πέρσες, με εξαίρετα διοικητικά και διπλωματικά προσόντα (παντελώς απόντα στους διχαστικά φιλέριδες προγόνους μας), τα οποία συνείχαν μιαν απέραντη αυτοκρατορία από τη Θράκη και την Αίγυπτο (συμπεριλαμβανομένων των ενδιαμέσων χωρών), ώς την Ινδία και την Κεντρική Ασία.

Παρένθεση στην ιστορία τους το πρωτόγνωρο οικουμενικό όραμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου για τη συμφιλίωση των λαών, στηριζόμενο - άραγε μνήμη αισχύλειου «αυτοκασίγνητου»; - στη σύζευξη δύο αλληλοσυμπληρούμενων ταλαντούχων λαών, Ελλήνων και Περσών όραμα που χάθηκε με τον πρόωρο θάνατο του για να αναφανεί τρεις περίπου αιώνες αργότερα στη Βηθλεέμ. Παράλληλα, η Περσία υπήρξε εκκολαπτήριο εντυπωσιακού πλήθους θρησκειών, ενδεικτικώς αναφερομένων μόνον του Ζωροαστρισμού/Παρσισμού, Μανιχαϊσμού και Μιθραϊσμού, που για κάποιο διάστημα ανταγωνίστηκε τον Χριστιανισμό. Στους κοινωνικούς τους πειραματισμούς συγκαταλέγεται και ένας βραχύβιος ακραίος κομμουνισμός που έφτανε μέχρι κοινοκτημοσύνης των γυναικών.

Ολα αυτά άλλαξαν άρδην με την αραβική κατάκτηση (επακόλουθο και των ατέρμονων καταστρεπτικών βυζαντινο-περσικών πολέμων), και την υποταγή στο Ισλάμ, λέξη που ενέχει ακριβώς την έννοια της απόλυτης θρησκευτικής υποταγής, έκδηλης άλλωστε και στην αυτοταπείνωση της εδαφιαίας λατρευτικής πρόσκυψης. Οι ανυπότακτοι «Παρσήδες» κατέφυγαν στην Ινδία (περιοχή Βομβάης), όπου αποτελούν έκτοτε περίβλεπτο δυναμικό επιχειρηματικό στοιχείο της κοινωνίας, γεγονός το οποίο άγει αφεύκτως σε συγκρίσεις με τη νοοτροπία του κύριου όγκου που παρέμεινε στη χώρα. Ο προσηλυτισμός -βαθιά πολιτισμική τομή- καθήλωσε τον πληθυσμό στις περιοριστικές επιταγές της νέας θρησκείας, με θυσία της πρότερης ιδιομορφίας του και της επίγνωσης της λαμπρής προϊσλαμικής ιστορίας του, προς όφελος φιλοαραβικών προσανατολισμών, ακραίων στις μέρες μας. Η επίγνωση, αν υπήρχε, αφενός της μεγάλης ευεργεσίας του Κύρου του Μεγάλου προς τους Εβραίους, τους οποίους ελευθέρωσε από τη βαβυλωνιακή αιχμαλωσία, χρηματοδοτώντας και την εκ νέου ανέγερση του ναού του Σολομώντος στην Ιερουσαλήμ και αφετέρου του βίαιου εξισλαμισμού προσηλύτων στον ιουδαϊσμό βερβερικών φύλων της Β. Αφρικής καθώς και του σχετικά πρόσφατου εκείθεν διωγμού των από αιώνων εγκατεστημένων μυριάδων Εβραίων, οι οποίοι κατέφυγαν αναγκαστικά στο Ισραήλ, η επίγνωση αυτή θα εξέτρεψε ενδεχομένως μια ψυχραιμότερη και πιο ισορροπημένη αντιμετώπιση από τους Ιρανούς των προβλημάτων της περιοχής, κάτι βεβαίως μη αναμενόμενο υπό τις παρούσες συνθήκες.

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2006

Δον Κιχώτες έναντι Αττίλα

Από τα ωραιότερα, νομίζω, τεύχη είναι οι χριστουγεννιάτικες Επτά Ημέρες της «Κ», αφιερωμένες στα 400 χρόνια του Δον Κιχώτη, εμβληματικής μορφής ιδαλγού - νοσταλγού ιδανικού παρελθόντος. Αρνούμενος την πραγματικότητα, η οποία δεν τον ικανοποιεί, ο τραγικός ιππότης καταφεύγει στον φανταστικό κόσμο περασμένων μεγαλείων, που μάταια και αξιοθρήνητα προσπαθεί να αναβιώσει. Φαινόμενο χαρακτηριστικό ρευστών, μεταβατικών εποχών της ιστορίας, με μεγάλες μεταβολές· σαν αυτές που ζούμε και στον τόπο μας αφουγκραζόμενοι δυσοίωνα μηνύματα του μέλλοντος, που προκύπτουν από τις εξελίξεις της πορείας μας στον χωροχρόνο. Τον χρόνο, τον οποίο η τεχνολογία συνεχώς επιταχύνει, με κίνδυνο οι ράθυμοι να χάσουμε το τρένο, όπως η Ισπανία του Δον Κιχώτη· τον χώρο, στον οποίο ο γιγαντούμενος δύστροπος γείτονας ρίχνει τη βαριά σκιά του. Δύο σοβαρές προκλήσεις από την επιτυχή αντιμετώπιση των οποίων κρίνεται το μέλλον μας.

Όμως, με εξαίρεση τη θαυμαστή ποντοπόρο ναυτιλία μας, το θρυλικό σε άλλους καιρούς επιχειρηματικό δαιμόνιο της φυλής δεν φαίνεται ιδιαίτερα γόνιμο εκτός συνόρων. Δεν είναι εν τούτοις μακρινή η εποχή Δοξιάδη, όταν ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες δημιουργούσαν στη Μέση Ανατολή έργο και έσοδα για τη χώρα. Οι αντίστοιχες τουρκικές, χρόνια τώρα αλωνίζουν την αχανή ρωσική επικράτεια, κατασκευάζοντας έργα και κτίρια, ενώ οι ημέτερες αρκέστηκαν στην -εντός των συνόρων- εξάντληση των ανεξέλεγκτων χρυσοφόρων υδάτων του ολυμπιακού πακτωλού. Φιλοδοξούμε να καταστήσουμε τη Θεσσαλονίκη πόλο διαβαλκανικών δραστηριοτήτων φαίνεται όμως -και οι σοβούσες ποικίλες εκκρεμότητες στην περιοχή ασφαλώς δεν βοηθούν-, πως ήδη ο ρόλος αυτός έχει υφαρπαγεί από την ακτινοβολία της Κωνσταντινούπολης. Το ίδιο συμβαίνει και με τις φιλοδοξίες μας σχετικά με το ενεργειακό σταυροδρόμι που θέλουμε να καταστήσουμε τη χώρα μας· και εδώ -λόγω θέσης- μας έχει υπερκεράσει η Τουρκία, με επιστέγασμα το λαμπρού μέλλοντος λιμάνι του Τζεϊχάν.

Μπλεγμένοι, εκόντες άκοντες, στα αδυσώπητα γρανάζια του αναπόφευκτου παγκόσμιου ανταγωνισμού που απαιτεί σοβαρή δουλειά και εγρήγορση, εμείς κοιτάμε πώς να διασώσουμε τα, εν πολλοίς ακόπως, «κεκτημένα» μας εντός της απλόχωρης και απλόχερης σιγουριάς του δημόσιου καταφυγίου. Όταν, στον παγκόσμιο ανταγωνισμό προστίθεται και το βάρος, ψυχικό και οικονομικό, μιας μόνιμης απειλής εξ ανατολών. Απειλής η οποία, σαν τον πρόσφατο φονικό ιό, εμφανίστηκε στην ίδια περιοχή της λίμνης Βαν πριν από κοντά χίλια χρόνια (στο «προδωσέταιρον» Μαντζικέρτ) και μετάλλαξε την ελληνορθόδοξη μήτρα της βυζαντινής Ανατολίας σε Ana-Dolu, μητέρα-πατρίδα των Τουρανών επιγόνων των επιδρομέων του Ισλάμ, με όλα τα επακόλουθα της τραγικής συρρίκνωσης του εθνικού μας χώρου. Απειλές εναλλασσόμενες με πράξεις ωμής βίας (στην Πόλη, στην Κύπρο κ.λπ.), που άφησαν ανεξίτηλα Αττιλικά αποτυπώματα.

Ο χρόνος δεν μας παίρνει άλλο για νοσταλγικές παλινδρομήσει ας πάψουμε πια να δίνουμε μάχες για το παρελθόν, χάνοντας το μέλλον. Μόνη λύση για να ξεφύγουμε από τη μίζερη μετριοκρατία είναι η ριζική αναβάθμιση της χωλαίνουσας παιδείας μας με έμφαση στις θετικές επιστήμες, το κατ' εξοχήν πεδίο γνωστικής πειθαρχίας, disciplina, που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη· αυτές προάγουν -και όχι βεβαίως η απομνημόνευση των κανόνων του πολυτονικού- και ακονίζουν τη σκέψη για την επίλυση των πολλαπλασιαζόμενων προβλημάτων της εποχής μας. Παράδειγμα, ο όχι πολύ μεγαλύτερος λαός του Ισραήλ· πορευόμενος επί τρεις σχεδόν χιλιετίες μέσα από φρικτές συμπληγάδες αιχμαλωσιών, διωγμών και ολοκαυτώματος, όχι μόνον επιζεί, αλλά, παράλληλα με πρωτεύοντα ρόλο στη διεθνή οικονομία, διακρίνεται στις τέχνες και στις επιστήμες, σαρώνοντας τα βραβεία Nobel, κατορθώνοντας έτσι την επιβίωση του σε ένα εχθρικό περιβάλλον.