Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 1993

(Μ)Ονομα(νια) και πάλι

Σκιαμαχούμε και ερίζουμε περί Μακεδόνων σκιάς. Σκιάς η οποία έχει αποκρύψει απο την όρασή μας τους πραγματικούς κινδύνους που αποκρυσταλλώνονται στα βόρεια σύνορα μας. Εκεί όπου οι εξ ανατολών παγίως απειλητικοί «γείτονές» μας με μακρόπνοο σύστημα, επίμονη και διερευνητική φαντασία χτίζουν πάνω από το κεφάλι μας γέφυρα προς τη δύση πολλαπλών λωρίδων επικοινωνίας, πολιτικής, στρατιωτικής οικονομικής και ενεργειακής. Κάτω από αυτή τη γέφυρα, αν δεν προσέξουμε, θα βρεθούμε, σαν τους γνωστούς περιθωριακούς απόκληρους της τύχης. Εμείς, αντί ν' αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο με ρεαλιστικές πρωτοβουλίες, κολλήσαμε στο «όνομα», σαν πεισματωμένα νήπια, ανήμπορα κραυγάζοντας μπροστά στην «αδικία των μεγάλων». Αρνούμαστε χωρίς συζήτηση και δεν προτείνουμε τίποτε το εποικοδομητικό. Οι πολιτικοί μας; Εκτός μιας - δυο εξαιρέσεων (π.χ. Κύρκος), κομματικοί μάγειροι ευτελών παραδοσιακών εδεσμάτων που διεγείρουν τον εθνικό μας ουρανίσκο χωρίς να τρέφουν το σώμα του έθνους. Αυτά μας διαφημίζουν, αυτά τους ζητάμε, αυτά μας σερβίρουν.

Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται ατέρμων. Το "πολιτικό κόστος" έχει ανεπανόρθωτα διαβρώσει το πολιτικό ήθος και εξαλείψει ολοσχερώς το θάρρος για υπεύθυνη ενημέρωση του πολίτη (αν υπάρχει ακόμη αυτός και δεν τον έχει καταβροχθίσει ο «λαός»). Ενημέρωση ως προς την πραγματικότητα των διεθνών συσχετισμών και την ανάγκη -μέσα στα πλαίσια που η πραγματικότητα αυτή διαγράφει- μελετημένης ιεράρχησης στόχων, με υποχωρήσεις στα ελάσσονα για την επίτευξη του μείζονος.

Το επιστέγασμα, η παραλυτική αποχή από κάθε θετική πρόταση και πρωτοβουλία -που έτσι αναπόφευκτα εκχωρείται στην καιροφυλακτούσα άλλη πλευρά- και η πρωτοφανής επιλογή της παρελκυστικής εκκρεμότητας, την ώρα που ξέρουμε πως ο χρόνος δουλεύει εις βάρος μας. Αλλά βέβαια υπάρχει πάντοτε η σιγουριά του δημοφιλούς μας άλλοθι: για ό,τι συμβεί θα φταίει, ως γνωστόν, η κοινή συνωμοσία εχθρών και φίλων κατά της χώρας μας.

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 1993

Γύρω από το «ΟΧΙ»

Είμαστε, πιστεύω, ένας βαθιά δημοκρατικός λαός, οξύτατα αλλεργικός σε κάθε μορφή δικτατορίας. Επομένως δεν θα μπορούσε ποτέ να μας ταιριάζει το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Όμως τα αισθήματα μας αυτά δεν θα έπρεπε να μας οδηγούν σε υπερβολές ως προς την ερμηνεία ιστορικών γεγονότων.

Το επίσημο ΟΧΙ, που για λογαριασμό ολόκληρου του έθνους, του οποίου ερμήνευε τον ενιαίο παλμό, όρθωσε απέναντι στον Ιταλό δικτάτορα ο Ιωάννης Μεταξάς, δεν υπήρξε κατ' ανάγκην προϊόν άνωθεν επιταγής. (Άγγλοι, Γεώργιος). Αν αναλογιστούμε εξάλλου την τραγική θέση του ελεύθερου κόσμου την εποχή εκείνη, με τον κραταιό άξονα κυρίαρχο στην Ευρώπη μετά τη συντριβή της Γαλλίας και των συμμάχων, με τη ναζιστική Γερμανία και την κομμουνιστική Ρωσία καθισμένες σε αγαστή συνύπαρξη πάνω στο πτώμα της διαμελισμένης Πολωνίας, βλέπουμε πόσα δικαιολογητικά θα είχε κάποιος που θα έβαζε πάνω απ' όλα τις «φασιστικές» του πεποιθήσεις, να καταφύγει, αντί του ΟΧΙ, σε μια εύσχημη υποχώρηση. Όπως συνέβη σε τόσες άλλες χώρες.

Πιστεύω πως σε ορισμένες στιγμές, απέναντι στην πρόκληση της μοίρας, ο άνθρωπος μπορεί να αρθεί πάνω από αδυναμίες και μικροψυχίες και να ξεπεράσει κατά πολύ το φυσικό του ανάστημα. Ενα τέτοιο φαινόμενο νομίζω πως έχουμε στην προκειμένη περίπτωση.

Αυτά, με αφορμή το άρθρο του κ. Γ. Λεονταρίτη, «Η αθέατη πλευρά του ΟΧΙ» στο επετειακό αφιέρωμα της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, όπου ο αναγνώστης έχει ενίοτε την εντύπωση ότι διαβάζει κάποιο «χρονικό μιας προαναγγελθείσας ήττας» και αναρωτιέται πώς γίνεται μέσα σε τόση σήψη και έτσι... «απροετοίμαστοι» (SIC) να φτάσουμε στο μεγαλούργημα του αλβανικού έπους. Κι ο νους διαπορών πάει σε μια σύγκριση του κλίματος του Οκτωβρίου 1940 με εκείνο της τραγικής διάλυσης του στρατού μας στη Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Ερήμου. Όσο για τον άκρως προσεκτικό κυβερνητικό χειρισμό του τορπιλισμού της Έλλης, μιας προφανούς ιταλικής «προβοκάτσιας», για την οποία κανείς δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία, μήπως τάχα θα έπρεπε να οργανωθεί παλλαϊκό συλλαλητήριο με αντιιταλικά συνθήματα και φιλοπόλεμες ιαχές; Μα ίσως αυτό ακριβώς περίμενε η Ιταλία ως αφορμή για να αρχίσει ενδεχομένως επίθεση το καλοκαίρι, τότε που οι συνθήκες ήταν απείρως ευνοϊκότερες γι' αυτήν. Ότι επακολούθησε είναι περίτρανη απόδειξη πως ο λαός, και όχι μόνον αυτός, ήταν - χωρίς φανφάρες - και ενήμερος και πανέτοιμος για τη μεγάλη δοκιμασία.

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 1993

Οι Αθίγγανοι

Τώρα που οι αγελαίοι (κ) οπαδοί γύρισαν πίσω στα μαντριά τους, καιρός είναι να σοβαρευτούμε (αν γίνεται) και να κοιτάξουμε τα μεγάλα προβλήματα μας. Αναντίρρητα, από τα σοβαρότερα είναι η εξ' ανατολών μόνιμη επιβουλή των «γειτόνων» μας, που απροκάλυπτα πλέον εκδηλώνεται στη Θράκη με τη γνωστή τους επιμονή και μεθοδικότητα.

Στο γράμμα του, «Πομάκοι και Τσιγγάνοι» (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 22 Σεπτεμβρίου), ο κ. Β. Καραβάς επισημαίνει το «καπέλωμα» των ανωτέρω από τους τουρκογενείς και προτείνει την εκλογή δικών τους (Πομάκων και Τσιγγάνων) αντιπροσώπων στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.

Ειδικά ως προς τους Τσιγγάνους, νομίζω ότι για τον απεγκλωβισμό τους από την οπισθόβουλη τουρκική περίπτυξη και ως ελκυστικό πόλο συσπείρωσης και πολιτισμικής αναβάθμισης θα μπορούσαμε να τους προσφέρουμε και την παράλληλη διδασκαλία της γλώσσας τους, η οποία και θα τονώσει τη συνείδηση της ξεχωριστής τους ταυτότητας.

Πριν από έναν αιώνα και πλέον ένας ιδιοφυής Ελληνας Κωνσταντινουπολίτης, γεννημένος στη Χίο, ο Αλέξανδρος Πασπάτης (1814-1891), γιατρός σπουδασμένος στην Αμερική και την Ευρώπη, σοφός βυζαντινολόγος και γλωσσολόγος, υπήρξε από τους διεθνώς αναγνωρισμένους θεμελιωτές της έρευνας γύρω από την καταγωγή και τη γλώσσα των Αθιγγάνων. Δίνοντας συνέχεια στο πρωτοποριακό έργο του Α. Πασπάτη, το αξιολογότατο Ίδρυμα Μελετών της Χερσονήσου του Αίμου π.χ. θα μπορούσε να οργανώσει Κέντρο μελέτης και διδασκαλίας της γλώσσας των Αθιγγάνων (ROMANI).

Και ιστορικοί ακόμη λόγοι συνηγορούν για την πρωτοβουλία αυτή, δεδομένου ότι στη μακρά τους πορεία από την κοιτίδα τους την Ινδία και πριν διασκορπιστούν σε όλη την Ευρώπη, οι Αθίγγανοι έμειναν για μεγάλο χρονικό διάστημα στο χώρο του Βυζαντίου, πράγμα που πιστοποιείται μεταξύ των άλλων και από τον αριθμό ελληνικών λέξεων (90), που είναι ενσωματωμένες στο βασικό λεξιλόγιο της ευρείας διασποράς τους (και εκτός Ελλάδος). Σε αντάλλαγμα έχουμε πάρει κι εμείς κάποιες δικές τους, π.χ. παλαιότατα τους λαογραφικούς «καλικάντζαρους» (KALE-μαύρος, KAJARO-άνθρωπος) και πρόσφατα τη φοβερή «νταλίκα» (TALIGA - η μεγάλη σκεπαστή άμαξα των μετακινήσεων τους).

Προσέτι, σε μερικές χώρες της Δύσης, λόγω της ενδιάμεσης ελληνικής τους αφετηρίας, οι Αθίγγανοι, ανάμεσα στα πολλά άλλα ονόματα που τους δόθηκαν (Αιγύπτιοι, Σαρακηνοί, Βοημοί, κ.ά.) κατά καιρούς, ονομάστηκαν και «γραικοί» (GRECS), απ' όπου ενδεχομένως πηγάζει και η γνωστή παρεξήγηση, η οποία συνδέει το όνομα μας με κάποιες χαρτοπαικτικές αταξίες.

Σάββατο 2 Οκτωβρίου 1993

Άραβες και Ισραήλ

Στο ενδιαφέρον άρθρο του, "Η ειρήνη στη Μ. Ανατολή και η τύχη των Κούρδων" (Καθημερινή, 23 Σεπτεμβρίου), ο κ. Γ. Χρυσάφης κάνει στην αρχή μια αναφορά στο Ισραήλ, του οποίου, λεει, η "εδαφική κυριαρχία επεκτάθηκε με σειρά πολέμων και αποικισμών". Δίνεται ίσως έτσι η εντύπωση πως η επέκταση αυτή ήταν αποτέλεσμα κατακτητικών πρωτοβουλιών του Ισραήλ. Όμως τα πράγματα δεν έχουν, νομίζω, έτσι.

Όταν, τέλη Νοεμβρίου 1947, ο ΟΗΕ δημιούργησε το Ισραήλ, χαράζοντας στην Παλαιστίνη ένα άκρως αμφίβολης βιωσιμότητας κρατίδιο, -ένα κυριολεκτικά διάτρητο χαρτογραφικό ράκος για τα περισωθέντα ράκη μιας μονίμως κατατρεγμένης φυλής- έπεσαν πάνω του για να το εξοντώσουν όλοι οι Άραβες της περιοχής.

Η φανατικά ανυποχώρητη απόφαση να ρίξουν τους Εβραίους στη θάλασσα υπήρξε έκτοτε ο αμετακίνητος και δηλωμένος στόχος σύμπαντος του αραβικού κόσμου. Με εξαίρεση τον πόλεμο του Ιουνίου 1967, όπου το Ισραήλ πρόλαβε και χτύπησε πρώτο τον απειλητικό κλοιό των συγκεντρωμένων αραβικών δυνάμεων, τόσο οι αρχικές πολύμηνες εχθροπραξίες του 1948, όσο και ο πόλεμος του Οκτωβρίου 1973 ξεκίνησαν με πολυμέτωπη επίθεση των ομόρων αραβικών κρατών. Ωστόσο, παρά τις επανειλημμένες αυτές απόπειρες, το εγχείρημα δεν επέτυχε και μάλιστα είχε αντίθετα από τα προσδοκώμενα από τους Αραβες αποτελέσματα. Οι λόγοι ερμηνεύονται συνήθως ανάλογα με τις συναισθηματικές προκαταλήψεις του καθενός.

Όλα αυτά όμως οδήγησαν στην προσφυγιά μυριάδες δυστυχισμένων ανθρώπων και από τα δύο μέρη Συστηματικά διεκτραγωδείται η δυστυχία των Παλαιστινίων προσφύγων. Όμως δεν αναφέρεται καθόλου η αντίστοιχη περίπτωση μερικών εκατοντάδων χιλιάδων ξεριζωμένων Εβραίων, που οι Άραβες έδιωξαν μετά το 1948 από ανθούσες προαιώνιες εστίες, από τον Ατλαντικό ως τον Περσικό Κόλπο και από τη Συρία ως την Υεμένη. Εστίες, που οι περισσότερες υπήρχαν και πριν από τον ερχομό των Αράβων κατακτητών τον 7ο αιώνα. Κι αυτό, γιατί το Ισραήλ απορρόφησε και αποκατάστησε γρήγορα τους δικούς του πρόσφυγες στον ελάχιστο χώρο που διαθέτει.

Αντιθέτως, ο αραβικός κόσμος, απέραντος σε έκταση και με τον πλούτο μεγίστων αποθεμάτων πετρελαίου, δεν μπόρεσε, ή μάλλον δε θέλησε να δώσει λύση στο πρόβλημα των «αδελφών» Παλαιστινίων προσφύγων, προτιμώντας τη μονιμοποίηση των παλαιστινιακών γκέτο, επειδή αυτά προσέφεραν μοχλούς · άσκησης πολιτικής, συχνά μεγαλοπράγμονος και τυχοδιωκτικής, προς παράκαμψη και συγκάλυψη εσωτερικών αδιεξόδων. Το αποτέλεσμα ήταν η απελπισμένη καταφυγή των Παλαιστινίων στην τυφλή τρομοκρατία με τα τόσα αθώα θύματα της.

Αυτά, ως αναγκαίος, νομίζω, αντίλογος στον επί του θέματος μονόλογο, τον οποίο συνήθως ακούμε. Ας ελπίσουμε πως η πρόσφατη ιστορική χειραψία θα μπορέσει τελικά να κλείσει αυτό το θλιβερό κεφάλαιο, μεταθέτοντάς το στο χώρο του ιστορικού παρελθόντος.

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 1993

Το όνομα και πάλι

Στο νηφάλιο άρθρο του «Ανάγκη ρεαλιστικών λύσεων...» (Καθημερινή 27 Ιανουαρίου), ο καθηγητής ιστορικός κ. Κ. Σβολόπουλος, με το θάρρος υπεύθυνου ανδρός, τέμνει το αξεδιάλυτο κουβάρι των κομματικών συμφερόντων -στο οποίο ενέπλεξαν τη χώρα μερικοί ανευθύνως κορδακίζοντες στο μακεδονικό χορό τους πολιτικοί- προτείνοντας την ονομασία Ανω Μακεδονία για το κράτος των Σκοπίων.

Πρωτίστη προτεραιότης μας πρέπει να είναι η διατήρηση του κρατιδίου αυτού. Η εναλλακτική λύση θα ήταν ο διαμελισμός και η εμφάνιση των Βουλγάρων ξανά στις Πρέσπες. Ας μην ξεχνάμε την Αχρίδα, πρωτεύουσα βουλγαρικού βασιλείου το Μεσαίωνα, τη Μεγάλη Βουλγαρία της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, τους αγώνες των κομιτατζήδων και όσα διαδραματίστηκαν στη γερμανική κατοχή. Βιβλίο του βουλγαρικού Γενικού Επιτελείου εκδοθέν το 1988 (Bulgaria in the war against Nazi Germany), διεκδικεί αυτά τα εδάφη ως Βουλγαρικά. Και η επίσημη Βουλγαρία σήμερα δεν αναγνωρίζει ξεχωριστή «μακεδονική εθνότητα» , όχι βεβαίως από αγάπη για μας.

Τα οράματα του Αγίου Στεφάνου δεν σβήνουν εύκολα από τις εθνικές μνήμες και η ελπίδα ενός στεφανιαίου μοσχεύματος προς το Αιγαίο φαίνεται ότι δεν έχει εκλείψει. (Γιατί άραγε αυτές οι φιλίες με την Άγκυρα;).

Εν όψει όλης αυτής της βαριάς, εις βάρος μας, κληρονομιάς του παρελθόντος, προέχει η -με νέα ταυτότητα- ανοσοποίηση των Σκοπίων από ενδεχόμενο ξανακύλισμα στην παλιά και επίμονη, όπως είδαμε, ασθένεια, που μας έχει ταλαιπωρήσει ανά τους αιώνες. Και δυστυχώς νέα ταυτότητα δεν δημιουργείται οψίμως, ούτε με τη Βαρδαρία, ούτε με τη Δαρδανία ή την Παιονία, όταν μάλιστα εδώ και μισόν αιώνα, καλώς ή κακώς και με την ως πριν από λίγο ανοχή μας, αυτή παγιώνεται γύρω από το όνομα Μακεδονία.

Βεβαίως τα «πρώην», τα «εν παρενθέσει» κ.λπ. είναι αστεία μικράς διαρκείας. Ίσως όμως «Νέα Μακεδονία» θα ήταν προσφορότερη ονομασία. Πρώτον, το «Νέα» την αποτέμνει σημασιολογικά από το δικό μας ιστορικό παρελθόν και τα σύμβολα που πάνε μαζί. Δεύτερον, κατατάσσει το νέο κράτος ανάμεσα στις πολλές δεκάδες των γεωγραφικών με προτασσόμενο το «Νέα». Ενδεικτικά αναφέρω: Νέα Αγγλία, Νέα Ζηλανδία, Νέο Μεξικό. Ας μην ξεχνάμε τέλος ότι και η κυριότερη εφημερίδα τους λέγεται Νέα Μακεδονία.

Καιρός να κοιτάξουμε και τα άλλα προβλήματα μας.