Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2003

Ο Εθνικός μας Κήπος

Η γνωριμία μου, με συχνές επισκέψεις, χρονολογείται πάνω από τρία τέταρτα του αιώνα· δύο βήματα άλλωστε από τη «γενέτειρα», τη γνήσια τότε γραφική, την πολυύμνητη Πλάκα (αρβανίτικα: η Παλιά, όπως και η αντίστοιχη της Κηφισιάς). Μοναδικό καταπράσινο στολίδι, όαση μέσα στο αυχμηρό άστυ, ευλογημένη με το -(αδριάνειας ίσως προέλευσης)- άφθονο νερό της Μπουμπουνίστρας, με το δικό της μικροκλίμα ευεργετικής ευκρασίας.

Εμεινε αλώβητος και θαλερός στα πικρά χρόνια της κατοχής, όταν ξυλεύτηκαν άγρια πολλά τριγύρω βουνά. Παρά τις μεταβολές στο επίθετο του, που ακολουθούσαν τις καθεστωτικές αλλαγές της χώρας (βασιλικός / εθνικός), διατήρησε τη σοφή διαρρύθμιση του, —(αντίθετα με ό,τι κάναμε εμείς αργότερα με το συγκριτικά ανήσκιωτο Άλσος του Αρεως)-, την οποία οι Βαυαροί είχαν προσαρμόσει στις ανάγκες αντιμετώπισης των κλιματολογικών συνθηκών του ξηρού αθηναϊκού Λεκα(μι)νοπεδίου: πυκνή φύτευση υψηλών και αιωνόβιων δέντρων, στενά και ελικοειδή δρομάκια που εξασφάλιζαν αναπάντεχη δροσιά τους καλοκαιρινούς μήνες. Εκτός από το βοτανικό του Μουσείο, που ελάχιστοι γνωρίζουν, η αναγραφή σε πινακίδες πάνω στον κορμό των δέντρων του σχετικού ονόματος, έκανε συνάμα τον περίπατο επαγωγό πρώτο μάθημα φυτολογίας.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια απαράδεκτη αλλαγή αυτής της φυσιογνωμίας του Κήπου. Η πυκνή περιμετρική βλάστηση δίπλα στα κιγκλιδώματα, όπως και πέριξ των εγκαταστάσεων της Φρουράς των Ευζώνων, καθώς και εγγύς του Κοινοβουλίου, έχει κυριολεκτικά αποδεκατιστεί και ο διερχόμενος από τους τριγύρω δρόμους βλέπει σε βάθος το αποψιλωμένο τοπίο. Δεν ξέρω αν ίσως λόγοι ασφαλείας, δεν βρήκαν άλλη, λιγότερο επώδυνη λύση· ποια είναι όμως η δικαιολογία της κοπής τόσων δέντρων στο εσωτερικό του Κήπου, χωρίς αντικατάσταση με άλλα της ίδιας κατηγορίας. Φοβούμαι δε ότι κάτι πινακίδες που εφιστούν γενικά και αόριστα την προσοχή των επισκεπτών για τον κίνδυνο πτώσης κλάδων (και τι θα μπορούσαν άραγε να κάνουν οι δύστυχοι για να προφυλαχτούν;) αποβλέπουν στην προληπτική κάλυψη ευθυνών έναντι της συντελούμενης δενδροκτονίας, την ώρα μάλιστα που πάνω από τα κεφάλια μας συρρικνώνεται δραματικά η προστατευτική ασπίδα του όζοντος.

Το βλαβερό έργο συμπληρώνεται με την άσκοπη διάνοιξη καινούργιων δρόμων και τη διαπλάτυνση των υφισταμένων, εις βάρος πάντοτε του πρασίνου. Ποιοι άραγε αποφάσισαν όλα αυτά τα «αναπτυξιακά», κατά τη συνήθη εργολαβική νοοτροπία, έργα που καταστρέφουν ανεπανόρθωτα τη φυσιογνωμία ενός μοναδικού φυσικού κάλλους μνημείου της άχαρης πόλης μας.

Όλη αυτή η τρομακτική δραστηριότητα συνοδεύεται από την επέλαση πληθώρας τροχοφόρων που έχουν ενσκήψει στο άλλοτε ειδυλλιακό καταφύγιο των ταλαίπωρων Αθηναίων.

Εντύπωση, πάντως, προξενεί, η εν όψει των τεκταινομένων, παγερή αδιαφορία των σύγχρονων κατοίκων αυτής της άφιλης πόλης. Εξεστι Νεοαθηναίοις ιδιωτεύειν;