Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 1998

Ρομβία - λατέρνα

Σε πετυχημένη φωτογραφία του «Ανεμοδείκτη» (εφημερίδα «Καθημερινή» 31/10/1998) που μας γυρίζει πίσω πάνω από μισόν αιώνα, εμφανίζεται χαρακτηριστικό της εποχής μηχανικό μουσικό οργανάκι, αναφερόμενο στη λεζάντα ως «ρομβία». Αφορμή λοιπόν για μια διευκρινιστική αναδρομή στα παλιά.

Στην πριν από τον πόλεμο Αθήνα του ενός δεκάτου των σημερινών κατοίκων, με τα απείρως λιγότερα μηχανικά μέσα μουσικής ψυχαγωγίας, όταν και ο κουρδιστός οικιακός φωνόγραφος ήταν απρόσιτος για τους περισσότερους, τα πλανόδια αυτά μηχανικά μουσικά όργανα, σημαντικό στοιχείο της μουσικής ζωής, ήταν δύο ειδών: το εικονιζόμενο στη φωτογραφία που λεγόταν όμως λατέρνα και το πολύ μεγαλύτερο σαν όρθιο πιάνο, η πραγματική «ρομβία». Αμφότερα τελειοποιημένοι απόγονοι πολύ παλαιότερων πειραματικών τύπων, των οποίων κληρονόμησαν τον μηχανισμό, τον περιστρεφόμενο κύλινδρο με τις ακίδες, οι οποίες στη λατέρνα πλήττουν ανισομήκη χαλύβδινα ελάσματα, παράγοντας σειρά ήχων της μουσικής κλίμακας. Ο μηχανισμός στη ρομβία, πολυπλοκότερος και με μεταλλικές χορδές αντί για ελάσματα, πλησίαζε εκείνον του πιάνου. Η λαϊκότερη λατέρνα (από το laterna, φανός, άγνωστο γιατί) με τις γραφικές της σήμερα εμφανίσεις, δεν ήταν τότε τροχήλατη, φερόμενη κατά τη μεταφορά της στην πλάτη του λατερνατζή. Κατά τις στάσεις στηριζόταν σε πτυσσόμενο έδρανο που κουβαλούσε ο βοηθός του, ο οποίος έπαιζε το ντέφι και μάζευε τα κέρματα. Συνήθως στις μετακινήσεις, καθώς ο λατερνατζής προχωρούσε σκυφτός υπό το βάρος του φορτίου του, ο βοηθός γύριζε τη μανιβέλα θέτοντας σε λειτουργία τη λατέρνα για να μη χάνονται οι εισπράξεις από τη μία στάση στην άλλη. Η μεγαλυτέρων αξιώσεων ρομβία, άφαντη τώρα πια, με πολύ ευρύτερο ρεπερτόριο, τροχήλατη βέβαια, αποτελούσε το κυριότερο μέσο διάδοσης στις γειτονιές των μουσικών επιτυχιών της εποχής. Και όχι μόνον αυτών, γιατί στο ρεπερτόριο της δεν έλειπαν και λιγότερο ελαφρά θέματα, που ηχούσαν όμως οικεία σε μία Αθήνα η οποία δεν είχε καταποντιστεί ακόμη στο τέλμα της ανατολίτικης κλαψωδίας. Τέλος, η ονομασία «ρομβία» προήλθε από την ελληνική ανάγνωση της αναγραφόμενης επί του οργάνου επωνυμίας «ΡΟΜΒΙΑ», από το όνομα του Ιταλού κατασκευαστή.